συλλαμβάνοντας

συλλαμβάνοντας
συλλαμβάνω
collect
pres part act masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • αμφότερος — (4ος αι. π.Χ.). Αξιωματικός του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ο Αλέξανδρος τον έστειλε στον Παρμενίωνα με εντολή να συλλάβει και να φυλακίσει τον συνωμότη Αλέξανδρο τον Λυγκηστή. Αργότερα συγκρότησε, μαζί με τον Ηγέλοχο, στόλο στην Προποντίδα και νίκησαν… …   Dictionary of Greek

  • αντίληψη — Η λειτουργία που επιτρέπει στον άνθρωπο και στα πιο εξελιγμένα ζώα να διαλέγουν και να τοποθετούν μέσα σε λογικά σύνολα τις πληροφορίες που δέχονται από τα αισθητήρια όργανα. Έτσι, αν και κατά κανόνα οι α. πηγάζουν από αισθητηριακές διαδικασίες,… …   Dictionary of Greek

  • φίλιππος — I Όνομα 5 βασιλιάδων της Μακεδονίας. 1. Φ. A’. Γιος του Αργαίου και πατέρας του Αερόπου, τρίτος ή έκτος βασιλιάς της Μακεδονίας. Βασίλεψε από το 621 έως το 588 π.Χ., και έπεσε πολεμώντας εναντίον των Ιλλυριών. 2. Φ. B’. Πατέρας του Μεγάλου… …   Dictionary of Greek

  • Αλουσιάνος — (11ος αι. μ.Χ.). Δευτερότοκος γιος του Ααρών και ανιψιός του Σαμουήλ, ηγεμόνων των Βουλγάρων. Αιχμαλωτίστηκε μαζί με τα υπόλοιπα μέλη των οικογενειών των δύο ηγεμόνων από τον Βασίλειο B’ τον Βουλγαροκτόνο. Αργότερα διορίστηκε στρατηγός στη… …   Dictionary of Greek

  • Βαρβαρέσος — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Ιωάννης. Καταγόταν από τα Ψαρά. Ήταν πλοίαρχος και πολύ συχνά έκανε επιθέσεις στους συνοικισμούς της Ανατολής, συλλαμβάνοντας Τούρκους αιχμάλωτους, που τους έφερνε στα Ψαρά. Σκοτώθηκε πολεμώντας στην καταστροφή των… …   Dictionary of Greek

  • Βοσνία-Ερζεγοβίνη — Κράτος της νοτιοανατολικής Ευρώπης, στη Βαλκανική χερσόνησο, που προέκυψε από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.Συνορεύει Β και Δ με την Κροατία και Α και Ν με τη (Νέα) Γιουγκοσλαβία.Το κράτος της Β. Ε. έχει μικρή διέξοδο στην Αδριατική Θάλασσα. Τα… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Ιστορία (Βυζάντιο, Τουρκοκρατία) — ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Η ιστορία του Βυζαντίου, μακρόχρονη και περιεκτική σε γεγονότα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Οικοδομημένη πάνω στα θεμέλια ενός οργανωμένου και ισχυρού ρωμαϊκού κράτους, κατέληξε σε μια δομή καθαρά… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Τέχνη (Βυζάντιο) — Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΤΕΧΝΗ Για τους περισσότερους ανθρώπους το Βυζάντιο αντιπροσωπεύει ένα κράτος που επέζησε για σχεδόν 1.200 χρόνια και συνέβαλε σημαντικά στη διάδοση του χριστιανισμού και στη διαφύλαξη του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού πνεύματος. Για… …   Dictionary of Greek

  • Ζαγανός πασάς — (15ος αι.). Οθωμανός στρατηγός, ελληνικής καταγωγής. Ασπάστηκε τον μωαμεθανισμό και υπηρέτησε ως αξιωματικός στον στρατό του Μουράτ B’ και του Μωάμεθ Β’, στον οποίο ασκούσε σημαντική επιρροή. Τον παρότρυνε να στραφεί εναντίον της… …   Dictionary of Greek

  • Κομόρες — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία των Κομορών Έκταση: 1.862 τ. χλμ. Πληθυσμός: 614.382 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Μορονί (60.200 κάτ. το 2002)Νησιωτικό κράτος της νότιας Αφρικής, στον Ινδικό ωκεανό, που αποτελείται από τρία νησιά.Οι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”